Οι βυζαντινές, ευρωπαϊκές και αραβικές αναφορές της Θεσσαλονίκης, αλλά και της οδού Αριστοτέλους, όπως την φαντάστηκε ο Ερνέστος Εμπράρ μετά την πυρκαγιά του 1917, χαρακτηρίζουν και τα οικιστικά σύνολα γύρω από αυτήν. Οι διατεταγμένες ενιαίες προσόψεις της οδού-ορόσημο για την ταυτότητα της πόλης, αποτέλεσαν έμπνευση για το σχεδιασμό του διατηρητέου αυτού διαμερίσματος της μεταπολεμικής περιόδου.
Η ψηλοτάβανη οροφή με τα εμφανή δοκάρια και το γύψινο διάκοσμο, που αγγίζει τα 4,05μ, αποκαταστάθηκε και αναδείχθηκε με τον κατάλληλο φωτισμό. Όλες οι κατασκευές του ενιαίου χώρου της σαλοκουζίνας και του γραφείου φτάνουν μέχρι τα 3,20μ, ώστε να αφήνουν περιθώριο στην οροφή να αναπνέει.
Η επιλογή του ψηφιδωτού μωσαϊκού αποτελεί αναφορά στην ιστορία του κτιρίου και δημιουργεί ένα χαλί κατά μήκος του διαμερίσματος που ξεκινάει από την είσοδο και φτάνει μέχρι και την κουζίνα. To υπόλοιπο σπίτι ντύνεται με ένα ξύλινο ψαροκόκαλο, ένα από τα παλαιότερα σχέδια παρκέ στην Ευρώπη, εμπνευσμένο από τον τρόπο τοποθέτησης των τούβλων σε παλιές εκκλησίες και κάστρα.
Οι πολυπολιτισμικές αναφορές βρίσκονται σε διάφορες λεπτομέρειες του σπιτιού, από τα υλικά μέχρι τα έργα τέχνης του διαμερίσματος. Όλα τα παραπάνω ισορροπούν σε μία φαινομενική αντίθεση, η οποία προσπαθεί να συγκεράσει τις δεκαετίες των διαφορετικών αρχιτεκτονικών στυλ και του design από την ανέγερση της οικοδομής έως σήμερα.